- Σοφοκλειος
- Σοφόκλειος3софоклов(ский) Plut.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Σοφόκλειος — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σοφόκλειος — α, ο / σοφόκλειος, οκλεία, ον, ΝΑ [Σοφοκλῆς] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον Σοφοκλή … Dictionary of Greek
Σοφοκλείων — Σοφόκλειος fem gen pl Σοφόκλειος masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σοφόκλειον — Σοφόκλειος masc acc sg Σοφόκλειος neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σοφοκλείου — Σοφόκλειος masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σοφοκλείῳ — Σοφόκλειος masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σοφόκλεια — Σοφόκλειος neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)